Email: bouzouki.academy@gmail.com
Τετάρτη 9 Δεκεμβρίου 2015


Ο Βασίλης Τσιτσάνης (Τρίκαλα Θεσσαλίας, 18 Ιανουαρίου 1915 - Λονδίνο, 18 Ιανουαρίου 1984) ήταν ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες λαϊκούς συνθέτες, στιχουργούς και τραγουδιστές του 20ού αιώνα (του οποίου τραγούδια ακούγονται μέχρι και σήμερα). Ήταν μία από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες του ρεμπέτικου και του λαϊκού τραγουδιού.

Βασίλης Τσιτσάνης, Μαρίκα Νίνου και Κομπανία. Από τη Βίκυ Παπαπροδρόμου

Ο Τσιτσάνης γεννήθηκε στα Τρίκαλα στις 18 Ιανουαρίου 1915 από Ηπειρώτες γονείς και απεβίωσε στις 18 Ιανουαρίου 1984. Ο πατέρας του ήταν Γιαννιώτης και η μητέρα του από τα Ζαγόρια. Από μικρή ηλικία έδειξε ενδιαφέρον για τη μουσική και έμαθε μαντολίνο και βιολί και φυσικά μπουζούκι. 

Το Φθινόπωρο του 1935, εκμεταλλευόμενος το ότι ο Κονδύλης βάζει μισό εισιτήριο στο τρένο για την υποδοχή του Βασιλιά, (ο Τσιτσάνης) στοιβάζεται με όλους και κατεβαίνει στην Αθήνα. Ο Περδικόπουλος τον περιμένει με ταξί και τον πάει στη Γαμβέτα, στο μπαράκι της Ραμπέλας, μιας Ιταλίδας προσωπικότητας της νύχτας, που τον φιλοξενεί στο πατάρι του μπαρ. Με τον Περδικόπουλο παίζουν σε μικρά ταβερνάκια όπως τα "Μπιζέλια" στον Κολωνό, το μπαρ "Κουκλάκι" στην 3η Σεπτεμβρίου και Ιουλιανού και στον "Πλάτανο", ένα ταβερνάκι κοντά στο σταθμό Λαρίσης που συχνάζουν φοιτητές. 

Στην Αθήνα όμως ο Τσιτσάνης αναζητά και με ποιο τρόπο θα μπει στη Νομική μια και είχε τη φιλοδοξία να σπουδάσει και να διαψεύσει αυτούς που τον αμφισβητούσαν και τον χλεύαζαν στην κλειστή κοινωνία των Τρικάλων, μεταξύ των οποίων μια συμμαθήτρια του, κόρη δικηγόρου, που είχε ερωτευτεί. 'Αλλωστε δεν μπορούσε να προβλέψει την επιτυχία που θα ερχόταν σε 2 χρόνια ! 
Στα τέλη του 1935 ο Περδικόπουλος έχει κανονίσει με την ODEON να ηχογραφήσουν το "Σιγά καλέ μου την άμαξα", που πρέπει να είναι το πρώτο τραγούδι που ηχογράφησε και αυτός και από την άλλη πλευρά του δίσκου, το πρώτο τραγούδι του Τσιτσάνη "Σ'ένα τεκέ σκαρώσανε" το οποίο είχε στίχο χασικλίδικο μια και δεν υπήρχε ακόμα η απαγόρευση που ήρθε με τη δικτατορία του Μεταξά (4 Αυγούστου '36). 

Τα τραγούδια του Μάρκου, του Μπάτη, του Στράτου και του Δελιά με τέτοιο στίχο, ήταν σε πρώτη ζήτηση αφού είχαν περάσει μόνο 3μιση χρόνια από την κυκλοφορία των πρώτων. Ο Τσιτσάνης είχε ενδοιασμούς για την αποδοχή του από τον μαέστρο της Οντεόν, Σπύρο Περιστέρη γιατί ο αδερφός του Στέλιος Περιστέρης όταν είχε πάει το 1925 στα Τρίκαλα, σαν καθηγητής μουσικής στο εκεί Ωδείο, έφυγε με επεισοδιακό τρόπο! Ο Στράτος βρίσκεται συμπτωματικά στο στούντιο και τον παίρνει σχεδόν στο ψιλό αλλά όταν τον ακούει εντυπωσιάζεται : "Τι λες ρε το βλαχάκι ;" Ο δίσκος κυκλοφορεί το Φλεβάρη του '36.

Την περίοδο 1937-1940 γράφει καταπληκτικά τραγούδια, τα οποία ηχογραφεί με τις φωνές του Δημήτρη Περδικόπουλου και των άλλων σπουδαίων τραγουδιστών εκείνης της εποχής Στράτου Παγιουμτζή, Μάρκου Βαμβακάρη, Στελλάκη Περπινιάδη, με τους οποίους σε πολλές ηχογραφήσεις ο Τσιτσάνης συμμετέχει σαν δεύτερη φωνή. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής ο Τσιτσάνης έμεινε στη Θεσσαλονίκη, όπου για ένα διάστημα τεσσάρων ετών (1942-1946) είχε δικό του μαγαζί, το 'Ουζερί ο Τσιτσάνης' στην οδό Παύλου Μελά 22, που έγινε διάσημο. Εκεί έγραψε μερικά από τα καλύτερα τραγούδια του, τα οποία ηχογραφήθηκαν μετά τη λήξη του πολέμου, όπως την "Συννεφιασμένη Κυριακή".

Τον Ιούλιο του 1942 παντρεύτηκε τη Ζωή Σαμαρά από τα Γρεβενά, όντας αρραβωνιασμένοι επί 19 μήνες. Κουμπάρος ήταν ο προσωπικός φίλος του Τσιτσάνη Νικόλαος Μουσχουντής, ο οποίος ήταν και διοικητής Χωροφυλακής Θεσσαλονίκης, αλλά και θαυμαστής του έργου τού Τσιτσάνη και γενικώς του ρεμπέτικου τραγουδιού. Απέκτησε μια κόρη, τη Βικτώρια και ένα γιο, τον Κώστα.

Αριστερά, με τη γυναίκα του Ζωή Σαμαρά και τα δυό παιδιά του, τη Βικτώρια και τον Κώστα 
Δεξιά, με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση

Το 1946 εγκαθίσταται ξανά στην Αθήνα και αρχίζει να ηχογραφεί. Δίπλα του έγιναν ευρέως γνωστοί τραγουδιστές όπως η Σωτηρία Μπέλλου, η Ιωάννα Γεωργακοπούλου, η Μαρίκα Νίνου και ο Πρόδρομος Τσαουσάκης. Τα επόμενα χρόνια ο Τσιτσάνης γνώρισε ευρύτατη αποδοχή. Ειδικά μετά την πτώση της Χούντας είχε ξεκινήσει και συναυλίες σε στάδια και ανοιχτά θέατρα/ανοιχτούς χώρους, κάτι που συνέβαινε πρώτη φορά για λαϊκά τραγούδια. Η τελευταία του δημόσια εμφάνιση σε ανοιχτό χώρο ήταν σε τιμητική εκδήλωση του Δήμου Νικαίας, σε συνεργασία του δημάρχου Στέλιου Λογοθέτη με τον Μίκη Θεοδωράκη για τη διοργάνωση του πρώτου πολιτιστικού καλοκαιριού στην Ελλάδα.


Κατά τον μουσικολόγο Λάμπρο Λιάβα, ο Τσιτσάνης, «έβγαλε το λαϊκό τραγούδι από τα όρια του περιθωρίου, όπου το είχαν εντάξει τα αντικοινωνικά και ανατολίτικα στοιχεία του, για να το εντάξει στην καινούργια κοινωνική πραγματικότητα της μεταπολεμικής Ελλάδος. Καθιέρωσε νέο ύφος παιξίματος και τραγουδιού με τον εξευρωπαϊσμό-συγκερασμό των κλιμάκων, αρμονίες με δεύτερες και τρίτες φωνές, εμπλουτισμένη ενορχήστρωση και καινοτομίες στην ποιητική δομή, όπου για πρώτη φορά το λαϊκό τραγούδι απoμακρύνθηκε από τις παραδοσιακές φόρμες του δίστιχου επισημοποιώντας το ρόλο του ρεφρέν».

Ο Βασίλης Τσιτσάνης ήταν στενός φίλος του Ανδρέα Παπανδρέου, προέδρου του ΠΑΣΟΚ και πρωθυπουργού της χώρας, και ο αγαπημένος του μουσικός. Υπήρξε μεγάλος λάτρης του ιστορικού ποδοσφαιρικού Α.Ο. Τρίκαλα, πηγαίνοντας συχνά στο γήπεδο ακόμη και όταν έπαιζε μακριά από τα Τρίκαλα. 
Πέθανε στις 18 Ιανουαρίου 1984 από καρκίνο στο Λονδίνο και κηδεύτηκε στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών.

Προς τιμήν του ο Δήμος Γλυφάδας μετονόμασε την οδό Βάου σε ''οδό Βασίλη Τσιτσάνη'',μιας και ο Βασίλης Τσιτσάνης κατοικούσε στη Γλυφάδα και μάλιστα στη συγκεκριμένη οδό.

Στέλιος Ζαφειρίου, Βασίλης Τσιτσάνης, Γιώργος Κοινούσης, Γρηγόρης Μπιθικώτσης, Κώστας Παπαδόπουλος


Βασίλης Τσιτσάνης, Μανώλης Χιώτης, Μίκης Θεοδωράκης, Στέλιος Καζαντζίδης (αρχές δεκαετίας του '60)



Bασίλης Τσιτσάνης, Πόλυ Πάνου, Γιάννης Καραμπεσίνης, Γιάννης Παπαϊωάννου 





πηγές : http://www.lifo.gr/ , el.wikipedia.org
• Δημοσιεύθηκε από : Konte Giovanni
Τετάρτη 9 Δεκεμβρίου 2015 - 9:55 μ.μ.
Διαδώστε το Άρθρο...

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου